засушливый - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

засушливый - translation to πορτογαλικά


засушливый      
seco ; (подверженный засухам) árido, estéril
céu de bronze      
засушливая погода
terrenos sequiosos      
засушливые земли

Ορισμός

засушливый
ЗАС'УШЛИВЫЙ, засушливая, засушливое; засушлив, засушлива, засушливо. Характеризующийся засухой. Засушливый год. Засушливая погода. Засушливая местность.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για засушливый
1. Ей было очень скучно играть в "засушливый" хоккей.
2. Во-первых, сказались морозная зима и засушливый июнь.
3. Но на Альбион все чаще стал нападать засушливый зной.
4. В такой засушливый год, как нынешний, для этого надо обкосить 3 гектара". Тут главная проблема - солярка.
5. Да и само пьянство в "засушливый" период нашей недавней истории пошло на убыль.